Η Ευρώπη αγκαλιάζει τις ανανεώσιμες, αλλά χάνει βήματα στον εξηλεκτρισμό
Η Ευρωπαϊκή Ένωση σημειώνει σημαντικά βήματα στην κατεύθυνση της πράσινης ενέργειας, καθώς, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση Power Barometer 2024 της Eurelectric, τα τρία τέταρτα της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται εντός της Ένωσης προέρχεται από καθαρές πηγές.
Ωστόσο, παρά την αισιόδοξη αυτή εξέλιξη, η έκθεση αναδεικνύει ένα σημαντικό παράδοξο: ενώ ο τομέας της ενέργειας πρωτοστατεί στην απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα, η ευρωπαϊκή οικονομία συνολικά δεν υιοθετεί επαρκώς τις τεχνολογίες εξηλεκτρισμού.
Η αργή μετάβαση στον εξηλεκτρισμό αποτελεί αιτία ανησυχίας, καθώς αποτελεί βασικό πυλώνα για την επίτευξη των κλιματικών στόχων της Ευρώπης. Η ευρύτερη υιοθέτηση ηλεκτρικών οχημάτων, η εξηλεκτρισμός των κτιρίων και της βιομηχανίας είναι απαραίτητα για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και την εξασφάλιση ενός βιώσιμου μέλλοντος.
Η Eurelectric καλεί τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τους εθνικούς ηγέτες να λάβουν άμεσα μέτρα για την επιτάχυνση του ρυθμού εξηλεκτρισμού. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της στήριξης των επενδύσεων σε υποδομές φόρτισης, της ενίσχυσης των κινήτρων για τους καταναλωτές και της απλοποίησης των σχετικών κανονιστικών πλαισίων.
Το 2023, ο κλάδος του ηλεκτρισμού στην ΕΕ μείωσε τις εκπομπές άνθρακα κατά 50% σε σύγκριση με το 2008, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη μείωση που έχει επιτευχθεί ποτέ από τον κλάδο. Ωστόσο, ο ρυθμός εξηλεκτρισμού της Ευρώπης παραμένει στάσιμος στο 23% τα τελευταία δέκα χρόνια, και μάλιστα όταν μέχρι το 2040 θα πρέπει να ανέλθει στο ήμισυ της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ. Εν τω μεταξύ, η Κίνα αύξησε το δικό της ρυθμό κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες από το 2015.
Σήμερα, το ένα τρίτο της ενέργειας που καταναλώνουν οι Ευρωπαϊκές βιομηχανίες καλύπτεται από ηλεκτρική ενέργεια, με το 4% μόνο από τις βιομηχανικές θερμικές διεργασίες υψηλών εκπομπών CO2 να έχει εξηλεκτριστεί. Ο εξηλεκτρισμός των κτιρίων αντιμετωπίζει επίσης δυσκολίες, με τις πωλήσεις των αντλιών θερμότητας να σημειώνουν μείωση της τάξεως του 5% το 2023. Από την άλλη πλευρά, τα ηλεκτρικά οχήματα αυξήθηκαν φτάνοντας τα 9 εκατομμύρια το 2024, όμως παραμένουν ακόμη μακριά από τον στόχο των 30 έως 44 εκατομμυρίων μέχρι το 2030.
«Το κομμάτι του παζλ που λείπει μεταξύ πράσινης ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας είναι ο εξηλεκτρισμός. Οι βιομηχανικοί τομείς διαθέτουν τεράστιες δυνατότητες για περαιτέρω εξηλεκτρισμό με βάση τις διαθέσιμες τεχνολογίες» δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας της Eurelectric Kristian Ruby, δίνοντας έμφαση στους ηλεκτρικούς λέβητες, στις καμίνους βολταϊκού τόξου, στις αντλίες θερμότητας, στην επαγωγική θέρμανση, στους πυρσούς πλάσματος και ακόμη περισσότερο όσον αφορά σε ενεργοβόρα προϊόντα όπως ο χάλυβας και το αλουμίνιο.
Πέραν της μειωμένης ζήτησης ενέργειας, μία άλλη ανησυχία για τον κλάδο είναι η αυξημένη διακύμανση των τιμών. Από τον Αύγουστο του 2024, στην Ευρώπη σημειώθηκαν 1.031 ώρες κατά τις οποίες οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας έπεσαν κάτω από το μηδέν σε τουλάχιστον μία ζώνη προσφορών της ΕΕ, κυρίως κατά τη διάρκεια των ωρών αιχμής της ηλιακής ενέργειας, με τους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας να πρέπει να πληρώσουν για να διαθέσουν ηλεκτρική ενέργεια στο δίκτυο. Την ίδια στιγμή, σε ορισμένα μέρη της Ευρώπης παρατηρήθηκαν ασυνήθιστα υψηλές τιμές και διασυνοριακή εξάπλωση. Τα εν λόγω περιστατικά σε συνδυασμό με τη χαμηλή ζήτηση και τις συχνές αρνητικές τιμές περιπλέκουν ιδιαίτερα το επιχειρηματικό πεδίο για επιπλέον επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Από την άλλη πλευρά, οι αρνητικές τιμές μπορούν να προσφέρουν κίνητρα για μεγαλύτερη αποθήκευση ενέργειας και ευελιξία για τη σταθεροποίηση των μεταβαλλόμενων τιμών. Ωστόσο, η ενίσχυση της ζήτησης ενέργειας παραμένει ζωτικής σημασίας για την επίλυση αυτού του ζητήματος.
Η Eurelectric καλεί τους αρμόδιους χάραξης πολιτικής να υλοποιήσουν την Πράσινη Συμφωνία, να διατηρήσουν ένα επενδυτικό πλαίσιο συμβατό με την αγορά και να θεσπίσουν μία σαφή στρατηγική εξηλεκτρισμού για μια ανταγωνιστική ευρωπαϊκή βιομηχανία χωρίς άνθρακα.