1. Home
  2. Νέα
  3. Οικολόγοι Πράσινοι: Όχι στην έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στο Ιόνιο
Οικολόγοι Πράσινοι: Όχι στην έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στο Ιόνιο

Οικολόγοι Πράσινοι: Όχι στην έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στο Ιόνιο

0

Οι Οικολόγοι Πράσινοι απορρίπτουν την ΣΜΠΕ για την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στο Ιόνιο Πέλαγος, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων, ότι αυτή η επιλογή αποτελεί στροφή στην εποχή του άνθρακα, καθώς και ότι είναι απαραίτητη η συνειδητή πολιτική αποχή από την εξόρυξη ορυκτού πλούτου, ώστε να διαφυλαχτεί το κλίμα.

Ειδικότερα, στη σχετική ανακοίνωση αναφέρονται τα εξής:

« Οι Οικολόγοι Πράσινοι απορρίπτουμε με ένα καθαρό « Όχι» την ΣΜΠΕ για την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στο Ιόνιο Πέλαγος με βάση τα ακόλουθα επιχειρήματα:

– Πρώτον, ότι η έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων είναι μια επιλογή μεγάλης σημασίας που όμως υπηρετεί ένα ενεργειακό σχεδιασμό που στρέφει το βλέμμα του στο παρελθόν, στην εποχή του άνθρακα. Το μέλλον – και πληθαίνουν οι αποδείξεις – στηρίζεται στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και την ενεργειακή αποδοτικότητα. Εκεί πρέπει να επενδύσουμε τα κεφάλαια του ενεργειακού τομέα και όχι σε στερεές, υγρές ή αέριες μορφές υπεδάφιου άνθρακα. Αυτό δεν το επιβάλλει μόνο η Συνθήκη του Παρισιού για το κλίμα (2015) αλλά και στρατηγικές επιλογές χωρών όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Δανία, η Ισπανία και πολλές άλλες.

– Δεύτερον, ο πολλαπλασιασμός ενδεχομένων εξορυκτικών γεωτρήσεων, εφόσον η έρευνα αποδώσει αποτελέσματα, θα πολλαπλασιάσει τις επιπτώσεις και την πιθανότητα κινδύνων για τα θαλάσσια οικοσυστήματα, τα ιχθυαποθέματα, τον τουρισμό, ενώ οι σχετικά χαμηλές τιμές πετρελαίου, δημιουργούν το φόβο ότι μπορεί να μειωθούν, για λόγους κόστους, τα επίπεδα ασφάλειας.

Αναλυτικά

H όποια συζήτηση για την διατύπωση γνώμης επί της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) για την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στο Ιόνιο Πέλαγος, δεν μπορεί παρά να έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με όλες τις προηγούμενες που αφορούσαν χερσαίες και θαλάσσιες περιοχές της Δυτικής Ελλάδας της Ηπείρου και της Β. Πελοποννήσου. Προκύπτει όμως το νέο δεδομένο, ότι με το σχεδιασμό αυτών των ερευνών και των ενδεχόμενων εξορύξεων, ολόκληρη η δυτική γεωγραφία της χώρας γίνεται πεδίο εξορυκτικών δραστηριοτήτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, με ορατή επίπτωση τον πολλαπλασιασμό των περιβαλλοντικών κινδύνων.
Η εν λόγω ΣΜΠΕ αναφέρεται σε ένα ακόμη τμήμα ενός οπισθοδρομικού (ντε φάκτο) εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού, όπου οι εξορύξεις, είτε στερεών (λιγνίτες), είτε υγρών και αερίων υδρογονανθράκων, αποτελούν τα κύρια στοιχεία, με τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και την εξοικονόμηση να περνούν σε δεύτερη μοίρα.
Επομένως, όπως κάναμε και άλλες φορές με αντίστοιχες μελέτες, οφείλουμε να τοποθετηθούμε τόσο στο στρατηγικό επίπεδο της επιλογής των πετρελαϊκών εξορύξεων ως εθνικής επιλογής, όσο και στο ειδικό επίπεδο των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τις δραστηριότητες της έρευνας στη θαλάσσια περιοχή του Ιονίου πελάγους.

Η κλιματική αλλαγή θεμελιώδες κριτήριο

Η πλέον στρατηγική παράμετρος των εξελίξεων της εποχής μας είναι η ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ αλλαγή. Βασικός δρόμος αντιμετώπισής της είναι να αφήσουμε το μέγιστο ποσοστό των κοιτασμάτων άνθρακα και υδρογονανθράκων εκεί που βρίσκονται και στη μορφή που βρίσκονται, αντί να τα μετατρέψουμε σε αέρια μορφή οδηγώντας έτσι τις επιπτώσεις στην ήδη διαταραγμένη αναλογία αερίων της ατμόσφαιρας (η συγκέντρωση CO2 στην ατμόσφαιρα έχει ξεπεράσει οριστικά το συμβολικό όριο των 400ppm) σε μη αντιστρεπτά επίπεδα υπερθέρμανσης.

Πρέπει να τονίσουμε ότι δεν μιλάμε για κάποιες πρωτοποριακές ιδέες και αιτήματα αλλά, μετά την Διεθνή Συνθήκη του Παρισιού για το κλίμα (τέλος 2015) και το πλαίσιο της ενεργειακής πολιτικής των κυριοτέρων οικονομιών του κόσμου, για ένα παγκόσμιο πρόγραμμα δράσης και αυτοδεσμεύσεων. Επιλέγουμε την έκφραση «αυτοδεσμεύσεις» γιατί πρέπει να γίνει σαφές ότι πρόκειται περί συνειδητής πολιτικής αποχής από την εξόρυξη ορυκτού πλούτου για να υπηρετηθεί ο υπέρτερος σκοπός της διαφύλαξης του κλίματος, σκοπός ζωτικός και για τα οικοσυστήματα αλλά και για την διατροφική ασφάλεια και την βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Σοβαρή έκθεση του Oil Change International υπολογίζει πως τα αποθέματα κάρβουνου, πετρελαίου και φυσικού αερίου που ήδη αξιοποιούνται – αντιστοιχούν σε εκπομπές CO2 που θα οδηγήσουν σε υπερθέρμανση μεγαλύτερη των 2°C (τα αποδεδειγμένα αποθέματα που δεν αξιοποιούνται ακόμα είναι τριπλάσια). Η Έκθεση καταλήγει πως αν πρόκειται να επιτύχουμε τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού, κανένα νέο έργο εξόρυξης ή μεταφοράς ορυκτών καυσίμων δεν πρέπει να αδειοδοτηθεί, ενώ κάποια από τα ανθρακωρυχεία ή πεδία υδρογονανθράκων που λειτουργούν στις αναπτυγμένες χώρες θα πρέπει να κλείσουν πρόωρα πριν αξιοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα αποθέματά τους.

Κάθε χώρα, και μάλιστα πλούσια προικοδοτημένη σε ΑΠΕ, όπως η δική μας έχει υποχρέωση να αναλάβει το μέρος της ευθύνης αυτοδέσμευσης που της αναλογεί. Θα προσθέσουμε ότι έχει και συμφέρον διότι οι εξορύξεις αυτές, στην κλίμακα που μπορούν να φτάσουν αν ευοδωθούν οι έρευνες σε μεγάλο βαθμό, θα οδηγήσουν σε δέσμευση των διαθέσιμων για την ενέργεια κεφαλαίων στην ΠΑΛΙΑ οικονομία του άνθρακα και όχι στην καινοτομική εποχή των ΑΠΕ και της ενεργειακής αποδοτικότητας που στηρίζεται στην ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ, στην ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗ, στην αυξημένη ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ και στην ΚΥΚΛΙΚΗ οικονομία.

Επομένως, διαφωνώντας συνολικά με την επιλογή της εξόρυξης υδρογονανθράκων ως αναπτυξιακή προοπτική, η στρατηγική μας ενεργειακή πρόταση -ως χώρος της πολιτικής οικολογίας – είναι: επενδύουμε στην ενεργειακή αποτελεσματικότητα (εξοικονόμηση) και τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας έτσι ώστε να πετύχουμε στα μέσα του αιώνα πλήρη κάλυψη των σταθεροποιημένων ενεργειακών μας αναγκών από αυτά. Σε άμεσο χρόνο αυτό σημαίνει εγκατάλειψη των σχεδίων για νέες λιγνιτικές μονάδες στη Β. Ελλάδα ή εξόρυξη λιγνιτικών κοιτασμάτων στην ΒΔ Πελοπόννησο (να τα αφήσουμε εκεί που βρίσκονται) και σαφής απόρριψη της επιλογής για θαλάσσιες και χερσαίες εξορύξεις στη Δυτική Ελλάδα, την Ήπειρο, το Ιόνιο πέλαγος.

Διεθνής στροφή – δεν είμαστε μόνοι

Αν προχωρήσουμε ως χώρα σε τέτοιες πολιτικές επιλογές δεν θα είμαστε καθόλου μόνοι. Αναφέρουμε ενδεικτικά:

– Ο νέος Γάλλος πρόεδρος Μακρόν έχει δεσμευτεί να μην προχωρήσει σε καμία νέα έρευνα υδρογονανθράκων στην γαλλική επικράτεια, να μειώσει ανθρακικά και πυρηνικά, να διπλασιάσει τις ΑΠΕ σε 5 χρόνια.

– Ο προηγούμενος Αμερικανός πρόεδρος Ομπάμα, σε συντονισμό με την κυβέρνηση του Καναδά, απαγόρευσε εξορύξεις υδρογονανθράκων σε γιγαντιαίες εκτάσεις στην Αρκτική και στον Ατλαντικό και ματαίωσε τον μεγάλο πετρελαιαγωγό Keystone.

– Η Κροατία προχωρά σε πάγωμα ερευνών για υδρογονάνθρακες στην Αδριατική.

– Παρομοίως, η Ισπανία αποκλείει μεγάλες ζώνες της μεσογειακής θαλάσσιας επικράτειάς της από εξορύξεις, ενώ η κρατική εταιρία πετρελαίου και φυσικού αερίου της Δανίας ανακοίνωσε πως θα εγκαταλείψει σταδιακά τις παραδοσιακές της δραστηριότητες για να προσανατολισθεί στις επενδύσεις στην υπεράκτια αιολική ενέργεια.

Σοβαροί οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι

Όμως η εξόρυξη υδρογονανθράκων, και ιδίως η θαλάσσια, δεν είναι μόνο οπισθοδρόμηση στο στρατηγικό επίπεδο, αλλά συνεπάγεται σοβαρούς περιβαλλοντικούς κινδύνους και σοβαρά ατυχήματα που μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο την τουριστική βιομηχανία στην οποία επενδύουμε τόσες ελπίδες για την οικονομική μας ανάκαμψη.

Η πρώτη πηγή σοβαρής ανησυχίας για τυχόν μοιραία ατυχήματα σε περίπτωση εξορύξεων είναι ο παράγων σεισμοί. Η περιοχή του Ιονίου πελάγους δεν είναι απλά μια περιοχή με σεισμούς αλλά η πλέον σεισμογενής περιοχή της Ευρώπης και αυτό, σε συνδυασμό με τα μεγάλα βάθη που αυξάνουν τα επίπεδα τεχνικών δυσχερειών και επομένως αστοχιών, αποτελεί σοβαρότατο πρόβλημα. Όσο και αν υπάρξουν δεσμεύσεις για τήρηση της σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας, το ενδεχόμενο να πληρώσουμε πανάκριβα, περιβαλλοντικά και τουριστικά, τυχόν γεωτρήσεις σε αυτά τα βάθη, ακόμη και μετά από συνήθη μεγέθη σεισμού, είναι σοβαρό και μας προκαλεί βαθιά και εύλογη ανησυχία.

Μια άλλη πηγή μεγάλης ανησυχίας είναι και το ενδεχόμενο μείωσης των μέτρων ασφαλείας για λόγους συγκράτησης κόστους (όπως έκανε με το γνωστό ολέθριο αποτέλεσμα η BP στον Κόλπο του Μεξικού), λόγω των σχετικά χαμηλών τιμών πετρελαίου, σε συνδυασμό με το πολύ μεγαλύτερο κόστος εξόρυξης εν σχέσει με την ξηρά.

Οι περιοχές έρευνας και πιθανής εκμετάλλευσης του Ιονίου περιέχουν ή γειτνιάζουν με πολύτιμα όσο και ευαίσθητα εθνικά πάρκα : Λιμνοθαλασσών Μεσολογγίου και Αιτωλικού που περιλαμβάνουν τις εκβολές του Αχελώου και τις Εχινάδες νήσους, Θαλάσσιο πάρκο Ζακύνθου, Εθνικό Πάρκο Στροφιλιάς Κοτυχίου, Εθνικό πάρκο Αμβρακικού βορειότερα. Γνωρίζουμε ότι κητώδη, θαλάσσιες χελώνες και βυθοί, μπορεί να δεχτούν πλήγματα ακόμη και κατά την διαδικασία της αναζήτησης και περισσότερο της έρευνας λόγω των μεθόδων με χρήση σεισμικών κυμάτων και επισημαίνουμε ότι και η εισήγηση του αρμόδιου Αντιπεριφερειάρχη διαπιστώνει «ότι η ΣΜΠΕ για την έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στο Ιόνιο Πέλαγος, έχει ελλείψεις στοιχείων και πληροφοριών και ειδικότερα έλλειψη επαρκούς γνώσης σχετικά: με την οικολογία των βενθικών κοινωνιών συμπεριλαμβανομένης της έκτασης και των βιολογικών χαρακτηριστικών των λιβαδιών της «Ποσειδωνίας», με πιθανή ύπαρξη κοραλλιών, με την ποιότητα των ιζημάτων του πυθμένα της θάλασσας, με τους ρύπους σε οργανισμούς-δείκτες (δίθυρα, ψάρια), με την υψηλή σεισμική επικινδυνότητα της περιοχής, με την ύπαρξη κρατήρων διαφυγής ρευστών, λασποηφαιστείων και υδριτών, με την ποιότητα των υλικών εκσκαφής και την καταλληλότητα θαλάσσιων χώρων απόρριψης των βυθοκορημάτων, με μετεωρολογικά δεδομένα, ατμοσφαιρικούς ρύπους και ατμοσφαιρικά πλεγματικά πεδία ανάλυσης, με τα υπο-επιφανειακά ρεύματα, τη θερμοκρασία και την αλατότητα, με τη χαρτογράφηση αρχαιολογικών ευρημάτων και ναυαγίων, όπως και καλωδίων τηλεπικοινωνιών».

Ειδικά θα αναφερθούμε στο νότιο Ιόνιο, εκεί περνά η “Ελληνική Τάφρος” και ο ρυθμός γεννήσεων και ο βαθμός παραμονής φυσητήρων φαλαινών είναι μεγαλύτερος από οπουδήποτε αλλού στην Μεσόγειο, ζει ένας πληθυσμός που έχει χαρακτηριστεί ως «Κινδυνεύων», και η διεθνής συμφωνία ACCOBAMS (όπου συμμετέχει και η Ελλάδα) έχει προτείνει την Ελληνική Τάφρο ως μία από τις σημαντικότερες περιοχές που πρέπει να χαρακτηριστούν ως «Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές» για να προστατευθούν οι φυσητήρες, ενώ η ελληνική πολιτεία δεν έχει κάνει τίποτα μέχρι σήμερα προς αυτή την κατεύθυνση.
Θεωρούμε ότι η οποιαδήποτε κάλυψη των ελλείψεων της ΣΜΠΕ δεν επαρκεί να αποσοβήσει τους κινδύνους των διαφαινόμενων βαρύτατων περιβαλλοντικών επιπτώσεων λόγω της υψηλής σεισμικότητας και των μεγάλων βαθών και γι’ αυτό η δική μας θέση παραμένει: αφήστε τα στο υπέδαφος. Σε ότι αφορά το 5% των εσόδων που προορίζεται για την περιφέρεια θεωρούμε ότι δεν αντισταθμίζει τους περιβαλλοντικούς κινδύνους και την πρόσδεση των επενδυτικών πόρων σε ένα μοντέλο που ανήκει στο παρελθόν.

Τέλος, και παρά τις διαβεβαιώσεις των εταιριών για σοβαρά μέτρα ασφαλείας έναντι των κινδύνων ιδίως των σεισμικών, υπογραμμίζουμε και πάλι ότι τυχόν πολλαπλασιασμός τέτοιων εγκαταστάσεων εξόρυξης σε στεριά και θάλασσα, αναπόφευκτα θα πολλαπλασιάσει και τον κίνδυνο διαφυγής αργού πετρελαίου στα υπόγεια νερά, το έδαφος ή την θάλασσα και θέτει ζήτημα εφαρμογής της αρχής της προφύλαξης. Και η BP είναι σοβαρή και μεγάλη εταιρία αλλά, υπολογίζοντας το κόστος, ελάττωσε την πραγματική εφαρμογή των μέτρων και οδηγηθήκαμε στο βιβλικό ατύχημα του Κόλπου του Μεξικού.
Οι Οικολόγοι Πράσινοι λέμε καθαρά «Οχι» στην επιλογή αυτή και στην όποια παρόμοια. Η εξόρυξη υδρογονανθράκων αποτελεί επιλογή που οικονομικά και περιβαλλοντικά στρέφεται ξεκάθαρα στο παρελθόν. Παράλληλα δηλώνουμε ότι θα είμαστε παρόντες τόσο στο δημόσιο διάλογο και τη μάχη για μια αειφορική εθνική πολιτική ενεργειακών επενδύσεων -που δεν έχουμε σήμερα- αλλά και στη μάχη για τον απόλυτο και πολλαπλό έλεγχο της τήρησης των μέτρων ασφαλείας στην ευρύτερη περιοχή του Ιονίου σε όσες εξορύξεις προχωρήσουν, όπως αυτή του Κατακώλου.»