Η ενεργειακή μετάβαση φέρνει σημαντικές αλλαγές στην κοινωνία και την οικονομία, και αυτές οι αλλαγές λήφθηκαν υπόψη στον σχεδιασμό του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα, υπογράμμισε η υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αλεξάνδρα Σδούκου, κατά την επίσημη παρουσίαση του νέου ΕΣΕΚ, σε εκδήλωση στην ΤτΕ.
Μέχρι τώρα, η συζήτηση επικεντρώθηκε στην τεχνοκρατική διάσταση της ενέργειας, όμως το ΕΣΕΚ αφορά τους ανθρώπους. Οι προβλεπόμενες επενδύσεις από το ΕΣΕΚ, κατά την κ. Σδούκου, αναμένεται να συνεισφέρουν 6 δισ. ευρώ ετησίως έως το 2050, επηρεάζοντας θετικά κλάδους όπως οι κατασκευές, τα μηχανήματα και ο εξοπλισμός. Το σχέδιο εκτιμάται ότι θα συνεισφέρει κατά 2,5% στο ΑΕΠ και θα δημιουργήσει 210.000 μόνιμες θέσεις εργασίας έως το 2050.
Η υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, τόνισε ότι το ΕΣΕΚ του 2019 ήταν καθοριστικό για την Ελλάδα, καθώς για πρώτη φορά αποτυπώθηκε η στρατηγική της χώρας με σαφείς στόχους για την απολιγνιτοποίηση και τέθηκαν οι βάσεις για την ενεργειακή μετάβαση. Το συγκεκριμένο έγγραφο διαμόρφωσε τους στόχους για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και έδωσε προτεραιότητα στην ενεργειακή αποδοτικότητα.
Αυτό το ΕΣΕΚ έχει πολυδιάστατο χαρακτήρα, καθώς αποτελεί τόσο ένα τεχνοκρατικό έγγραφο όσο και ένα πολιτικό μανιφέστο με κοινωνική στρατηγική. Το σχέδιο λειτουργεί ως οδικός χάρτης με κύριο στόχο την επίτευξη της ενεργειακής μετάβασης με τη βέλτιστη σχέση κόστους-οφέλους. Η πρώτη περίοδος αφορά τα έτη 2025-2030, με συνεχιζόμενη ταχεία διείσδυση των ΑΠΕ, την επίτευξη του στόχου της απολιγνιτοποίησης το 2028 και την ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων. Παράλληλα, τίθενται οι βάσεις για τεχνολογίες όπως η δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα, το υδρογόνο, οι αντλίες θερμότητας, οι διασυνδέσεις με άλλες χώρες και οι αποφάσεις για τους υδρογονάνθρακες.
Η δεύτερη δεκαετία (2030-2040) εστιάζει στην επιτάχυνση του εξηλεκτρισμού, με τις τεχνολογίες της πρώτης περιόδου να αρχίζουν να αποδίδουν καρπούς. Η τρίτη περίοδος (2040-2050) επικεντρώνεται στους τομείς που είναι δύσκολο να μειώσουν τις εκπομπές τους, όπως η βιομηχανία, οι αερομεταφορές και η ναυτιλία, ενώ το υδρογόνο και τα συνθετικά καύσιμα εισέρχονται δυναμικά στο προσκήνιο με ορίζοντα το 2050. Η ίδια σημείωσε πως για λόγους ασφάλειας τροφοδοσίας, θα διατηρηθεί μια διαθέσιμη ισχύς από το φυσικό αέριο. Η κα. Σδούκου σημείωσε την αναμενόμενη άνοδο της ζήτησης ενέργειας, κάτι που απαιτεί προσαρμογή των υποδομών και των ενεργειακών συστημάτων.
Κλείνοντας, η υφυπουργός διευκρίνισε ότι η προσέγγιση της Ελλάδας βασίζεται στον ρεαλισμό, χωρίς να επιδιώκει να είναι πρωτοπόρος, αλλά επιδιώκει να χτίσει τεχνογνωσία με στοχευμένες ενέργειες. Για παράδειγμα, το βιομεθάνιο έχει τη δυναμική να αντικαταστήσει μέρος του φυσικού αερίου και υπάρχει ήδη έτοιμο νομοσχέδιο γι’ αυτό. Επίσης, στον τομέα της δέσμευσης και αποθήκευσης CO2, η Ελλάδα προχωρά γρήγορα, δημιουργώντας μια νέα αγορά με εξασφαλισμένη χρηματοδότηση 1 δισ. ευρώ από την ΕΕ. Ανέφερε, επίσης, τα συνθετικά καύσιμα, τα οποία είναι δύσκολα έργα, αλλά παρακολουθούνται ενεργά. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στις κρίσιμες πρώτες ύλες, τις οποίες η Ελλάδα θα υποστηρίξει στο μέγιστο δυνατό βαθμό.
Τι δήλωσε ο Αρ. Αιβαλιώτης
Το ΕΣΕΚ είναι ένα επαναστατικό κείμενο, δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας του ΥΠΕΝ κ. Αρ. Αιβαλιώτης. Όπως κάθε μεγάλη αλλαγή, έτσι και το ΕΣΕΚ έχει να αντιμετωπίσει την αντίδραση των ανθρώπων, δηλαδή μια συμπεριφορική πρόκληση. Η δεύτερη πρόκληση είναι οικονομικής φύσεως, καθώς αφορά την επενδυτική κοινότητα μέχρι το 2030, αλλά και το 2050. Πρόκειται για μια μεγάλη πρόκληση. Τέλος, υπάρχει και η πρόκληση υλοποίησης, καθώς χρειάζεται το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό που θα αναλάβει την εκτέλεση των έργων, αλλά και οι καταναλωτές που θα αποδεχθούν και θα προσαρμοστούν σε αυτά.