Η αγορά ΑΠΕ και αποθήκευσης στην Ελλάδα μπροστά σε κρίσιμες αποφάσεις
Η ελληνική αγορά των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο. Η ταχεία ανάπτυξη των φωτοβολταϊκών και αιολικών έργων έχει οδηγήσει σε υπερπαραγωγή, την ώρα που οι υποδομές αποθήκευσης παραμένουν ανεπαρκείς και το ρυθμιστικό πλαίσιο ασθενές. Το αποτέλεσμα είναι περικοπές παραγωγής, αρνητικές τιμές στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και αυξανόμενη αβεβαιότητα για τη βιωσιμότητα των επενδύσεων.
Παρά το έντονο ενδιαφέρον για έργα αποθήκευσης, το θεσμικό περιβάλλον δεν έχει ακόμα σταθεροποιηθεί. Οι συνεχείς αλλαγές και οι καθυστερήσεις στη νομοθέτηση αυξάνουν το επενδυτικό ρίσκο, αποθαρρύνοντας νέες πρωτοβουλίες και δημιουργώντας εμπόδια στην ολοκλήρωση ώριμων έργων. Η αδυναμία της Πολιτείας να προσαρμόσει έγκαιρα το πλαίσιο στις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις έχει ως συνέπεια τη διατήρηση μιας αγοράς υψηλής μεταβλητότητας και χαμηλής προβλεψιμότητας.
Η αστάθεια αυτή δεν είναι μόνο διοικητική. Έχει άμεσο αντίκτυπο στη λειτουργία του συστήματος, όπου η υπερσυσσώρευση φωτοβολταϊκών χωρίς επαρκή αποθήκευση προκαλεί στρεβλώσεις στη χονδρική αγορά. Η αδυναμία απορρόφησης της πλεονάζουσας ενέργειας οδηγεί σε περικοπές παραγωγής και σε αρνητικές τιμές, με σημαντικές απώλειες για τους παραγωγούς και μεσαίους επενδυτές. Το φαινόμενο αυτό, όπως προειδοποιούν φορείς της αγοράς, απειλεί να ακυρώσει τα οφέλη της ταχείας διείσδυσης των ΑΠΕ.
Η ανάγκη για σταθερότητα και ξεκάθαρους κανόνες θεωρείται πλέον επιτακτική. Ο υφυπουργός Ενέργειας, Νίκος Τσάφος, έχει επισημάνει ότι οι επενδύσεις στις ΑΠΕ και στην αποθήκευση δεν μπορούν να προχωρήσουν χωρίς ένα σαφές ρυθμιστικό πλαίσιο και μηχανισμούς που θα μειώσουν το επενδυτικό ρίσκο. Κεντρική θέση σε αυτή την κατεύθυνση κατέχει ο Μηχανισμός Αντιστάθμισης Περικοπών, που αναμένεται να θεσμοθετηθεί άμεσα. Ο μηχανισμός στοχεύει στη δίκαιη κατανομή των υποχρεώσεων περικοπών και προβλέπει δυνατότητα αποζημίωσης για υπέρμετρη επιβάρυνση, ώστε να διατηρηθεί η ισορροπία στην αγορά.
Παράλληλα, κρίσιμη θεωρείται η υιοθέτηση χρηματοοικονομικών εργαλείων όπως τα Συμβόλαια Διαφορών (CfDs) και τα Διμερή Συμβόλαια (PPAs). Τα CfDs επιτρέπουν την προβλεψιμότητα των εσόδων και προστατεύουν τις επενδύσεις από τις διακυμάνσεις της χονδρικής αγοράς, που σήμερα δεν μπορεί να υποστηρίξει την ανάκτηση κεφαλαίων. Χωρίς τέτοιους μηχανισμούς, η αποθήκευση ενέργειας δύσκολα μπορεί να καταστεί οικονομικά βιώσιμη.
Το ζήτημα της αποθήκευσης συνδέεται επίσης με τεχνικές και διαρθρωτικές ανάγκες του συστήματος. Η ομαλή λειτουργία του δικτύου και η ευστάθεια του συστήματος απαιτούν υποδομές που να επιτρέπουν τη μετατόπιση φορτίου, την απορρόφηση ενέργειας σε περιόδους υπερπαραγωγής και την ενίσχυση της ζήτησης σε ώρες αιχμής. Η αποθήκευση λειτουργεί έτσι ως κρίσιμος μηχανισμός εξισορρόπησης, καθιστώντας δυνατή τη συνεχή αξιοποίηση των ΑΠΕ χωρίς στρεβλώσεις.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η θέση των μικρομεσαίων παραγωγών, που πλήττονται περισσότερο από τις αστάθειες της αγοράς. Η έλλειψη πρόσβασης σε επιδοτήσεις και η απουσία σαφών σχημάτων στήριξης τους οδηγούν σε αποεπένδυση. Στελέχη του κλάδου προτείνουν άμεση ενίσχυση για μπαταρίες τύπου “behind the meter” και την επαναφορά στοχευμένων κρατικών ενισχύσεων, ώστε να διασφαλιστεί η συμμετοχή των μικρότερων παικτών στην ενεργειακή μετάβαση.
Ταυτόχρονα, κρίσιμα θέματα όπως το χωροταξικό των ΑΠΕ και οι όροι σύνδεσης στο δίκτυο παραμένουν σε εκκρεμότητα. Η καθυστέρηση στην οριστικοποίησή τους δημιουργεί επιπλέον αβεβαιότητα, ενώ η συσσώρευση αδειοδοτημένων έργων υπερβαίνει τις πραγματικές δυνατότητες του συστήματος. Χωρίς ξεκάθαρη ιεράρχηση των προτεραιοτήτων, υπάρχει ο κίνδυνος να χαθεί πολύτιμος χρόνος και χρηματοδότηση, ιδίως από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Η σταθεροποίηση της αγοράς ΑΠΕ και η ανάπτυξη της αποθήκευσης αποτελούν πλέον συνδεδεμένους στόχους. Η ενεργειακή μετάβαση δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς αξιόπιστο πλαίσιο κανόνων, επενδυτικά σήματα εμπιστοσύνης και μηχανισμούς που να εξασφαλίζουν ισορροπία μεταξύ παραγωγής, αποθήκευσης και κατανάλωσης. Η αποθήκευση δεν είναι απλώς τεχνική λύση, αλλά βασικό εργαλείο πολιτικής και οικονομικής σταθερότητας για το ενεργειακό μέλλον της χώρας.