Παραμένει πληγή το φαινόμενο των ρευματοκλοπών
Παρά την αύξηση του αριθμού των εντοπισμένων κρουσμάτων, την εντατικοποίηση των ελέγχων, την επίσπευση των διαδικασιών και τη συστηματική υποβολή μηνύσεων από πλευράς ΔΕΔΔΗΕ, το φαινόμενο της ρευματοκλοπής περιορίστηκε μόνο 1%.
Της Φαίδρας Μαυρογιώργη (faidra@energyin.gr)
Σύμφωνα με τη μελέτη που συνέταξε ο Διαχειριστής του Δικτύου και εγκρίθηκε από τη ΡΑΕ, οι συνολικές απώλειες του Διασυνδεδεμένου Δικτύου
εκτιμώνται σε ποσοστό 9,3% επί της συνολικής εισερχόμενης ενέργειας για το έτος 2017.
Από το σύνολο αυτό των απωλειών, το ποσοστό 2,4% (επί της συνολικής εισερχόμενης στο Δίκτυο ενέργειας) εκτιμάται ότι αντιστοιχεί σε απώλειες επί του Δικτύου Μέσης Τάσης (ΜΤ), το ποσοστό 3% (επί της συνολικής εισερχόμενης στο Δίκτυο ενέργειας) σε απώλειες επί του Δικτύου Χαμηλής Τάσης (ΧΤ), με το υπολειπόμενο ποσοστό 3,2% να αποδίδεται σε μη τεχνικές απώλειες.
Με απλά λόγια οι ρευματοκλοπές μπορεί να περιορίστηκαν στο 3,2% το 2017 από 4,2% που ήταν το 2016, αλλά έφτασαν ακριβώς τις απώλειες του 2015 που ήταν 3,2%. Το ποσοστό 3,2% μεταφράζεται στη χονδρεμπορική αγορά ενέργειας σε περίπου 60 εκατ. ευρώ κόστος. Παρά δηλαδή τους εντατικούς ελέγχους και τα αυστηρά μέτρα για την καταπολέμηση του φαινομένου και τον εντοπισμό των παραβατών, οι ρευματοκλοπές απλά περιορίστηκαν στα επίπεδα του 2015.
Ο ΔΕΔΔΗΕ είχε αναφέρει στο παρελθόν πως «έχει εξαντλήσει όλα τα διαθέσιμα μέσα για την καταπολέμηση του φαινομένου και τον εντοπισμό των παραβατών». Επίσης, ο ΔΕΔΔΗΕ δρομολόγησε και συστηματοποίησε σειρά δράσεων, με κυριότερη την εντατικοποίηση των ελέγχων (περίπου 800.000 έλεγχοι ετησίως, τόσο στοχευμένοι, όσο και στο πλαίσιο άλλων εργασιών), που απέφεραν το αποτέλεσμα του διπλασιασμού των εντοπισμών. Πως γίνεται όμως μετά από όλα αυτά να μιλάμε για περιορισμό του φαινομένου σε ποσοστό της τάξης του 1%;