
Με ανακοίνωσή του ο ΕΣΗΑΠΕ βλέπει θετικά την πρωτοβουλία του ΥΠΕΚΑ να ξεκινήσει διάλογο με τους φορείς των ΑΠΕ και καταθέτει τις δικές του προτάσεις επί του θέματος.
Ακολουθεί η ανακοίνωση του ΕΣΗΑΠΕ:
“Ο ΕΣΗΑΠΕ εκτιμά θετικά την πρωτοβουλία του ΥΠΕΚΑ για την έναρξη νέου διαλόγου με τους συλλογικούς φορείς ΑΠΕ της εθνικής αγοράς ενέργειας για τη βιωσιμότητα του συστήματος πληρωμών των ΑΠΕ.
Οφείλουμε να τονίσουμε, ωστόσο, ότι οι παραγωγοί ΑΠΕ συνεισφέρουν ήδη από τον Ιούλιο 2012 στη μείωση του ελλείμματος του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ του ΛΑΓΗΕ τόσο μέσω της έκτακτης εισφοράς στα ακαθάριστα έσοδά τους, όσο και μέσω της εξάμηνης πλέον καθυστέρησης των πληρωμών τους, και μάλιστα παρά το γεγονός ότι τα έσοδα από το ΕΤΜΕΑΡ καλύπτουν εδώ και τέσσερα χρόνια κυρίως στρεβλώσεις της αγοράς και όχι την ανάπτυξη των ΑΠΕ.
Παρ’ όλα αυτά, πιστεύουμε ότι είναι δυνατόν η κατάσταση να εξορθολογιστεί και να στηριχθεί μεσοπρόθεσμα η βιωσιμότητα του συστήματος πληρωμών των ΑΠΕ μέσα από το συναινετικό επαναπροσδιορισμό των τιμών πληρωμής υφιστάμενων συμβάσεων αγοραπωλησίας ηλεκτρικής ενέργειας.
Ένας τέτοιος επαναπροσδιορισμός:
– πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο σοβαρής μελέτης που θα λάβει υπόψη της, πέραν των προτάσεων των συλλογικών φορέων της αγοράς, τη γνωμάτευση της ΡΑΕ για το κόστος όλων των τεχνολογιών ΑΠΕ
– δεν πρέπει να έχει ως οδηγό το «χαράτσι» που καθορίστηκε βιαστικά κατά την επιβολή της έκτακτης εισφοράς τον Νοέμβριο 2012.
Οι προτάσεις του Υπουργείου και των φορέων και η συζήτηση που θα ακολουθήσει πρέπει να στηριχθούν σε μια κοινά αποδεκτή εικόνα για το μέγεθος του ελλείμματος. Επιπλέον, οι όποιες μειώσεις δεν πρέπει να έχουν οριζόντιο χαρακτήρα ούτε μεταξύ τεχνολογιών αλλά ούτε και για διαφορετικές κατηγορίες επενδύσεων της ίδιας τεχνολογίας.
Τονίζουμε ότι περισσότερο ωφελημένοι από την ανάπτυξη των ΑΠΕ σε σχέση με τους φορείς που υλοποιούν, διαχειρίζονται και υποστηρίζουν έργα ΑΠΕ (παραγωγοί, τράπεζες και η Πολιτεία) είναι η εθνική οικονομία και οι καταναλωτές, εξαιτίας της αποφυγής χρήσης εισαγόμενων καυσίμων (δηλαδή, υποκατάσταση εισαγωγών, που είναι το βασικό ζητούμενο για την Ελλάδα) και της μείωσης της ρύπανσης του περιβάλλοντος. Επίσης,, επισημαίνουμε για μια ακόμη φορά ότι η προώθηση επιλεγμένων τεχνολογιών ΑΠΕ υψηλής εγχώριας προστιθέμενης αξίας αυξάνει την απασχόληση στη χώρα και συντελεί στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Τέλος, επειδή στο πλαίσιο του διαλόγου που βρίσκεται σε εξέλιξη επιχειρούνται αδόκιμες συγκρίσεις με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (π.χ. Γερμανία, Δανία, κλπ) ο Φ.Π.Α. επιστρέφεται στην ώρα του, ο παραγωγός πληρώνεται μέσα σε ένα μήνα και όχι με εξάμηνη καθυστέρηση, τα επιτόκια δανεισμού είναι κλάσμα των ελληνικών, και 7 στις 10 επενδύσεις αξιολογούνται και αδειοδοτούνται με απλές και ταχείες διαδικασίες.”