Citi: Η Ελλάδα η πιο ευάλωτη χώρα στην Ευρώπη στην ενέργεια
H Citi εξηγεί ότι σε συζητήσεις με τους επενδυτές και πελάτες της για το θέμα του φυσικού αερίου στην Ευρώπη και το Ηνωμένο Βασίλειο σε σχέση με το φυσικό αέριο και το ηλεκτρικό ρεύμα. «Πιστεύουμε ότι οι ευρωπαϊκοί κίνδυνοι εξακολουθούν να έχουν πτωτική τάση, καθώς ένας συνδυασμός πράσινων επιδοτήσεων και χρηματοδότησης από το πρόγραμμα NGEU θα μπορούσε να βοηθήσει.
Ωστόσο, εντός της Ευρώπης, η Ολλανδία, η Ιταλία και η Ελλάδα φαίνονται ιδιαίτερα ευάλωτες. Εν τω μεταξύ, και το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται επίσης σε πολύ δύσκολη θέση», εξηγεί η ομάδα του Jamie Fahy – Global Markets Strategy.
Η χώρας μας βρίσκεται στην τελευταία θέση του πίνακα της Citi, η οποία εξετάζει έξι παράγοντες που αφορούν την ενέργεια και τη δημοσιονομική ευπάθεια:
1) Εξάρτηση από το φυσικό αέριο σε σχέση με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας
2) Εξάρτηση από το φυσικό αέριο σε σχέση με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πλέον της πυρηνικής ενέργειας
3) Ετήσια μεταβολή του πληθωρισμού οφειλόμενη στο αέριο
4) Ετήσια μεταβολή του πληθωρισμού από τον ηλεκτρισμό οφειλόμενη σε αέριο και ορυκτά καύσιμα
5) Χρέος προς το ΑΕΠ (%)
6) Ισοζύγιο προϋπολογισμού (ως % ΑΕΠ).
Με αυτούς τους έξι παράγοντες, η Citi φτιάχνει μια βαθμολογία ευπάθειας (μέσος όρος κατάταξης). Σε αυτή την κατάταξη, η χώρα μας βρίσκεται στην τελευταία θέση με βαθμολογία ενώ Βέλγιο, Ολλανδία, Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο ακολουθούν από κοντά.
Για την Ευρώπη, ο κίνδυνος όμως ενός συντονισμένου σχεδίου δράσης (όπως το NGEU) σημαίνει ότι οι χώρες μπορεί να μην χρειαστεί να κάνουν όλη τη ‘σκληρή δουλειά’, αλλά στο Ηνωμένο Βασίλειο, η κατάσταση είναι χειρότερη.
Τι μπορούν να κάνουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην ΕΕ
«Αν και ενθαρρυντικό ότι τα ευρωπαϊκά επίπεδα αποθήκευσης έφτασαν το στόχο του 80% δύο μήνες πριν από το στόχο, το ζήτημα είναι ότι η Ευρώπη προμηθεύτηκε αυτή την αποθήκευση σε απίστευτα υψηλές τιμές και η παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου παραμένει πολύ σφιχτή. Οι τιμές έχουν γίνει εξαιρετικά ευμετάβλητες και δύο από τις βασικές εισροές – ο καιρός και οι ρωσικές ροές – είναι επίσης εξαιρετικά αβέβαιες», εξηγεί η Citi.
Όλα τα μάτια είναι στραμμένα στην ανακοίνωση της 14ης Σεπτεμβρίου από την Επίτροπο της ΕΕ Von der Leyen σχετικά με το πώς η ΕΕ σχεδιάζει να περιορίσει τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας για τους καταναλωτές. «Οι υπουργοί Ενέργειας συνεδριάζουν στις 9 Σεπτεμβρίου, οπότε ενδέχεται να ακούσουμε κάποιες ενημερώσεις νωρίτερα», εξηγεί η Citi.
Aν υπάρξει ένα αποφασιστικό και συνεκτικό σχέδιο από την ΕΕ (ίσως παρόμοιο με το πρόγραμμα NGEU του Ιουνίου του 2020), τότε θα μπορούσε να υπάρξει σημαντική άνοδος για την ισοτιμία του ευρώ π.χ. της στερλίνας και οι ευρωπαϊκές μετοχές θα ξεχώριζαν έναντι των άλλων αγορών.
«Τούτου λεχθέντος, δεν ‘κρατάμε την αναπνοή μας’, καθώς οι Ευρωπαίοι φορείς χάραξης πολιτικής έχουν ιστορικό να απογοητεύουν την αγορά (όπως το TPI)», εξηγεί ο Jamie Fahy.
Για πιθανές λύσεις, οι οικονομολόγοι της Citi, βλέπουν τέσσερις βασικές επιλογές:
1) Ιταλική πρόταση – καρτέλ αγοραστών: Η ΕΕ συνολικά ενημερώσει τους πωλητές φυσικού αερίου ότι υπάρχει ένα ανώτατο όριο που είναι διατεθειμένοι να πληρώσει. «Αυτό φαίνεται εξαιρετικά απίθανο γιατί θα απαιτούσε η Ρωσία να είναι ανοικτή σε ένα τέτοιο σενάριο και θα εξακολουθούσε να αντιμετωπίζει τον ανταγωνισμό από τους Ασιάτες αγοραστές υγροποιημένου φυσικού αερίου, που είναι πρόθυμοι να πληρώσουν υψηλότερες τιμές στην ελεύθερη αγορά», εξηγεί η Citi.
2) Η πρόταση της Ελλάδας: Η Ελλάδα πρότεινε το διαχωρισμό των τιμολογίων μεταξύ των ορυκτών καυσίμων και των πράσινων πηγών ενέργειας. Αυτό είναι δύσκολο να εφαρμοστεί χωρίς ποσοτικά ανώτατα όρια και τεράστια διαρθρωτική αναδιαμόρφωση του ισχύοντος μηχανισμού οριακής τιμολόγησης. Οι τελικοί χρήστες θα εξαντλούσαν αρχικά τις φθηνότερες προμήθειες πράσινης ενέργειας, στη συνέχεια η οριακή τιμή θα ανέβαινε στο υψηλότερο τιμολόγιο. Το σχέδιο με τους περιορισμούς ποσότητας και τη συνδυασμένη τιμή των δύο καλαθιών, θα μπορούσε να λειτουργήσει, αλλά σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα ισοδυναμούσε ουσιαστικά με επιδότηση των χωρών με χαμηλή χρήση φυσικού αερίου προς τις χώρες με υψηλότερη χρήση φυσικού αερίου.
3) Η εξαίρεση της Ιβηρικής: Η Ισπανία και η Πορτογαλία ουσιαστικά υποβαθμίζουν τα ανώτατα όρια ισχύος του φυσικού αερίου στην εγχώρια αγορά σε επίπεδο δημοπρασίας, χρησιμοποιώντας τα κέρδη από τον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Υπάρχουν ορισμένοι οικονομολόγοι στον πυρήνα της Ευρώπης που υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να επιδοτείται αποτελεσματικά ο τομέας των ορυκτών καυσίμων, γεγονός που θα μπορούσε να καταστήσει πολιτικά δύσκολη την εφαρμογή. Ωστόσο, υποθέτοντας ότι αυτό θα μπορούσε να επεκταθεί σε ολόκληρη την ΕΕ, η πρωτοβουλία θα λειτουργούσε πραγματικά για χώρες με μεγάλους τομείς ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και πυρηνικής ενέργειας, οι οποίες μπορούν να αντισταθμίσουν τον άνθρακα.
4) Φορολογικά: Για όσους δεν διαθέτουν μεγάλους μη ορυκτούς τομείς, η επιβάρυνση θα μπορούσε στη συνέχεια να πέσει είτε σε μεμονωμένα κράτη για να καλύψουν το κενό είτε σε αναπροσαρμογές των κεφαλαίων του προγράμματος NGEU.
«Πιστεύουμε ότι ένας συνδυασμός των παραπάνω επιλογών 3) και 4) είναι το πιθανότερο σε κάποια μορφή. Έτσι, οι ωφελημένοι θα πρέπει θεωρητικά να είναι οι χώρες με χαμηλή εξάρτηση από το φυσικό αέριο σε σχέση με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την πυρηνική ενέργεια, με χαμηλό πληθωρισμό ενέργειας και δημοσιονομικό χώρο για να δαπανήσουν για ανώτατα όρια τιμών», καταλήγει η Citi.
Με πληροφορίες από: euro2day.gr